|| Νομίσματα Ευρώ ||  :: Επιστροφή στα περιεχόμενα :: 
 

Το ευρώ στον τύπο

<< πίσω <<

 

01/01/2002

 

Η ιταλική περίπτωση για τις νομισματικές ενοποιήσεις.

 

Η γερμανική ενοποίηση, με επίκεντρο το 1871 και τις διαφορετικές σημερινές προσεγγίσεις, είδαμε σε προηγούμενες σελίδες της ιτορίας ότι θέτει επί τάπητος τα πιο σημαντικά προβλήματα που σχετίζονται με τις πολιτικές και νομισματικές ενώσεις και τη βιωσιμότητά τους. Προηγείται η πολιτική ή μήπως η νομισματική ένωση, πρέπει να υπάρχει ή όχι μια ηγεμονεύουσα δύναμη, να λειτουργεί ή όχι μια ενιαία κεντρική τράπεζα;

Επί τάπητος επίσης η σχέση και η διαδικασία μετατροπής των τοπικών-εθνικών νομισμάτων από ένα ενιαίο και άλλα παρόμοια. Πράγματα με αυτονόητη επικαιρότητα στις συνθήκες της ζώνης του ευρώ. Η ιστορική αξία αυτού του προηγούμενου δεν περιορίζεται σ’ αυτά και τα παρεμφερή. Αλλά και σ’ άλλα εξίσου σημαντικά. Οπως, λόγου χάρη, το ζήτημα των θεσμών και της λειτουργίας των ενώσεων. Η Ζolleverein, η γερμανική τελωνειακή ένωση, καταρχήν διέπονταν από τον κανόνα της ομοφωνίας (κάθε κράτος μια ψήφος και αποφάσεις με ομοφωνία). Το ερώτημα που εγείρεται είναι αν αυτό το στάδιο είναι αναγκαίο και αν οδηγεί πάντα σε αδιέξοδα (όπως έγινε με τη Ζolleverein). Το ιστορικό, όμως, προηγούμενο των ευρωπαϊκών ενοποιήσεων που είναι χρήσιμο για ένα σημερινό προβληματισμό, δεν περιορίζεται στο γερμανικό.

Ενδιαφέρουσα είναι και η ιταλική περίπτωση για τις νομισματικές ενοποιήσεις. Πέραν της ευρύτερης ιστορικής σημασίας της, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα καθ’ ημάς. Αφού Ελλάδα και Ιταλία τον 19ο αιώνα διανύουν πορείες παράλληλες και όμοιες από πολλές πλευρές. Το αντίστοιχο της ελληνικής Μεγάλης Ιδέας είναι η ιταλική Risorgimento (=Παλιγγενεσία).

Τo Risorgimento


Καταρχήν η ιταλική νομισματική ενοποίηση ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής. Εκεί η εθνική ολοκλήρωση πραγματοποιήθηκε υπό την ηγεμονία του βασιλείου της Σαρδηνίας.

Η ιταλική ενοποίηση, σε πρώτη φάση, πραγματοποιήθηκε μέσα σε δυο χρόνια (1859-61). Μέχρι τότε η ιταλική χερσόνησος, παρά τη γεωγραφική της διαμόρφωση και την πολιτιστική ενότητα ήταν κατακερματισμένη. Το μεγαλύτερο μέρος της κοιλάδας του Πάδου, το Μιλάνο, η Βενετία και η ενδοχώρα αποτελούσαν μέρος της αυστρο-ουγγρικής δυναστείας των Αψβούργων. Βορειοδυτικά το βασίλειο της Σαρδηνίας, εκτός από τη νήσο με το ίδιο όνομα, περιλάμβανε το Πιεμόντε, την κοιλάδα της Αόστης, τη Σαβοΐα και τη Λιγουρία. Στο κέντρο, γύρω από τη Φλωρεντία, απλωνόταν το δουκάτο της Τοσκάνης και προς τον νότο η Ρώμη, έδρα του κοσμικού κράτους του Πάπα. Σε αυτό υπαγόταν το Λάτιο και περιοχές προς τα παράλια της Αδριατικής. Στον νότο το βασίλειο των Βουρβόνων (περιλάμβανε και τη Σικελία) με πρωτεύουσα τη Νεάπολη.

Μετά την πολιτική ενοποίηση του 1861, τελικά υπό τον Εμμανουήλ Β’, στο ιταλικό βασίλειο θα προστεθεί η αυστροκρατούμενη μέχρι τότε Βενετία (1866). Το παπικό (και γαλλοκρατούμενο) Λάτιο θα κατακτηθεί το 1870. Τότε ολοκληρώθηκε η εθνική ενοποίηση. Μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο του 1914-18 προστέθηκαν διάφορα αυστριακά εδάφη, ορισμένα από τα οποία περιήλθαν τελικά (1947) στη Γιουγκοσλαβία μετά το δεύτερο μεγάλο πόλεμο.

Νομισματική ενοποίηση


Μέχρι το 1861 κυκλοφορούσαν στα ιταλικά κράτη μια εκατοντάδα περίπου μεταλλικά νομίσματα. Αλλά και διαφορετικά χαρτονομίσματα στα όρια των χωριστών κρατών. Μια πραγματικότητα που βρισκόταν σε πλήρη αντίφαση με το ιστορικό παρελθόν της χερσονήσου, αλλά και την πολιτιστική ιταλική ενότητα. Το πρώτο μέτρο για την άρση της αποτέλεσε η αντικατάσταση (1862) όλων των νομισμάτων με τη λίρα ( μια νέα νομισματική μονάδα ισοδυναμούσε με 1 γαλλικό φράγκο). Στην πρώτη αυτή φάση διαταράχτηκε η διεθνώς ισχύουσα αναλογία χρυσού-αργύρου (15,5:1), έπεσε η τιμή του πρώτου και το αποτέλεσμα ήταν η σπανιότητα των αργυρών ιταλικών λιρών (αύξηση εσωτερικής αξίας λόγω ανατίμησης του αργύρου), Έτσι, όπως και στην Ελλάδα, λόγω της εξαγωγής των αργυρών νομισμάτων, αναστάλθηκε (1866-1884) ) η μετατρεψιμότητα των τραπεζογραμματίων. Αλλά και μειώθηκε η περιεκτικότητα των μεταλλικών λιρών- κλασικό μέτρο προστασίας από την κερδοσκοπία και αντιμετώπισης του προβλήματος ρευστότητας.

Όπως στο ζήτημα της σχέσης νομισματικής και πολιτικής ένωσης, διαφορετικά είχαν τα ιταλικά πράγματα σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ως προς το ζήτημα της κεντρικής τράπεζας. Καταρχήν, μετά τη νομισματική ένωση, δεν υπήρχε ενιαία κεντρική, αλλά λειτουργούσαν αρκετές εκδοτικές τράπεζες ταυτοχρόνως. Με πρωτεύοντα ρόλο να παίζει εκ των πραγμάτων η ΒRΝ, λόγω μεγέθους και σύνδεσής της με την εθνική τράπεζα της Σαρδηνίας. Το σύστημα κλονίστηκε με τη μη μετατρεψιμότητα (όταν όλα τα τραπεζογραμμάτια όλων των τραπεζών εξαργυρώνονταν με αργυρές λίρες η αγορά λειτουργούσε απρόσκοπτα).

Η ίδρυση της Κεντρικής Τράπεζας


Στις συνθήκες της διαταραχής έγινε το πρώτο βήμα για μια «τράπεζα των τραπεζών». Σημείο αναφοράς έγιναν τα χαρτονομίσματα της ΒRΝ ( τα τραπεζογραμμάτια των εκδοτικών τραπεζών μετατρέπονταν σε δικά της, όχι όμως και το αντίστροφο). Όπως ήταν επόμενο, καθώς η δημοσιονομική κατάσταση ήταν εκρηκτική, εκτυπώνονταν με την κρατική ανοχή - αν όχι προτροπή -πληθωριστικό χρήμα. Η δυσαναλογία μεταλλικών αποθεμάτων και χαρτονομισμάτων (μετά το 1884) οδήγησε στη δημιουργία κεντρικής τράπεζας (Βanca di Ιtalia, 1893) που προήλθε από τη συγχώνευση τριών από τις έξι εκδοτικές, υπό την κυριαρχία της Βanca Νationale nel Regno di Ιtalia ( οι υπόλοιπες συγχωνεύτηκαν και τέθηκαν υπό κρατικό έλεγχο). Επομένως, μετέωρο παραμένει το ερώτημα, από το ιταλικό προηγούμενο, αν η νομισματική ενοποίηση γενικώς προϋποθέτει ή όχι την ύπαρξη ενιαίας κεντρικής τράπεζας. Το βεβαιωμένο είναι πως αυτή η ανάγκη πρόκυψε στην πορεία της ενοποίησης. Ανοιχτό το ζήτημα από θεωρητική άποψη, αν αυτή έπρεπε να έχει δημιουργηθεί μαζί με την ένωση ή αν η κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 1890 θα μπορούσε ν’ αντιμετωπιστεί διαφορετικά και όχι με την ίδρυση της εθνικής τράπεζας. Η κυρίαρχη ερμηνεία είναι πως το ιταλικό παράδειγμα, στο συγκεκριμένο θέμα, δείχνει την αναγκαιότητα ενός κεντρικού ιδρύματος - στην προέκτασή του σωστά επιλέχθηκε η λύση της Ενιαίας Κεντρικής Τράπεζας στη ζώνη του ευρώ.

Οι δύο εκδοχές


Εννοείται πως πάντα και σε κάθε παραλληλισμό πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τη διαφορετικότητα μεταξύ ομοεθνικών (όπως η ιταλική) και πολυεθνικών (όπως η Ε.Ε.) νομισματικών ενώσεων.

Σε επίπεδο, λοιπόν, θεσμών και μηχανισμών στην Ιταλία:

-Προηγείται η πολιτική της νομισματικής ενοποίησης

-Κεντρική τράπεζα δεν υπάρχει (αλλά μια πρωτεύουσα) και δημιουργείται στην πορεία της ένωσης

-Υπάρχει ηγεμονεύουσα «χώρα» (Σαρδηνία), τόσο στην πολιτική όσο και στη νομισματική ενοποίηση.

Στην οικονομική παράμετρο, με την ιταλική ενοποίηση δεν επαναλήφθηκε η αναμφισβήτητη επιτυχία της γερμανικής, παρά την ύπαρξη κεντρικής ισχυρής πολιτικής θέλησης, αλλά και τις προβλέψεις για σύγκλιση του πλούσιου βιομηχανικού βορρά και του φτωχού αγροτικού-βιοτεχνικού νότου. Τελικά, αντί για σύγκλιση, οι διαφορές μεγάλωσαν -παραμένουν ακόμη μεταξύ ιταλικού βορρά και νότου και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο επίπεδο, δηλαδή, της οικονομίας η ιταλική ενοποίηση δίνει αρνητική απάντηση στο ερώτημα αν διευκολύνεται το ξεπέρασμα των διαφορών μεταξύ περιοχών διαφορετικής ανάπτυξης, στο πλαίσιο μιας ενιαίας μεγάλης αγοράς. Ο νότος δεν ξεπέρασε ποτέ τη σχετική του φτώχεια.

Ο χάρτης του Γκιουζέπε Ματσίνι


Μια ιστορική σελίδα της ευρωπαϊκής ενοποίησης έχει γράψει ο Γκιουζέπε Ματσίνι ( 1805-1872). Ο ηγέτης και θεωρητικός της εθνικής απελευθέρωσης της Ιταλίας. Με επίκεντρο μια θεοσοφική αντίληψη ( (το έθνος αποτελούσε μια ενδιάμεση βαθμίδα μεταξύ ατόμου και Θεού) καθόρισε ένα μελλοντικό ευρωπαϊκό χάρτη. Ενα μεγάλο ιβηρικό κράτος με την Πορτογαλία και Ισπανία, η Γαλλία και η Αγγλία παραμένανε όπως είχαν διαμορφωθεί ιστορικά, ένα σκανδιναβικό κράτος (Σουηδία, Νορβηγία, Δανία), μια άλλη συνομοσπονδία των Άλπεων (ενωμένη Ιταλία, Ελβετία κ.λπ.), δύο ομοσπονδίες στη θέση της Αυστροουγγαρίας και της Τουρκίας (του Δούναβη και των Βαλκανίων). Στον χάρτη υπήρχε επίσης μια ανεξάρτητη Πολωνία και η Ρωσία στραμμένη στον εκπολιτισμό της Ασίας.

Προορισμός της Ελλάδας στα σχέδια επί χάρτου ήταν να μπει επικεφαλής της βαλκανικής ομοσπονδίας, να εμποδίσει την κάθοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο και να εκπολιτίσει την Ανατολή συνεχίζοντας έτσι την κλασική αρχαία παράδοσή της. Στην πορεία των γεγονότων και αναλόγως με τις απογοητεύσεις που γευόταν όσον αφορά το ένα από τα τρία ιδανικά του, που ήταν η ελληνική επανάσταση, ο ελληνικός χάρτης μεταβαλλόταν. Σημασία έχει από την άποψη που μας ενδιαφέρει εδώ, πως όλες οι ευρωπαϊκές χώρες θα μπορούσαν μελλοντικά να σχηματίσουν μια ευρωπαϊκή συνομοσπονδία. Δηλαδή, το σχέδιο σε γενικές γραμμές ήταν σε πρώτο στάδιο η κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας των ευρωπαϊκών χωρών, σε δεύτερο η συγκρότηση ευρωπαϊκών ομοσπονδιών και τελικά η δημιουργία μιας ενοποιημένης Ευρώπης. Οι ιδέες περί ομοσπονδίας κυκλοφορούσαν στη νεότερη Ευρώπη από την εποχή του Μεγάλου Ναπολέοντα στην πολιτική φιλολογία. Οι συζητήσεις αναζωπυρώθηκαν με τις επαναστάσεις του 1848, αλλά και μετά την ήττα τους, ιδιαίτερα μεταξύ των εξορίστων. Έτσι κι αλλιώς το όραμα του Ματσίνι ήταν ίσως το πιο προχωρημένο του 19ου αιώνα. Κατέχει μια εξέχουσα θέση στην «προϊστορία» της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Ένωση αποικιών

 

Μια ελάχιστα γνωστή νομισματική ένωση του παρελθόντος είναι και η αποικιακή της Νέας Αγγλίας (Colonial Νew Εngland). Λειτουργούσε ως το 1751 και περιελάμβανε τις αποικίες της Μασαχουσέτης, Νιου Χαμσάιρ, Κονέκτικατ και Ροντ Αϊλαντ.

Οι «κάτοικοι των μεγάλων λόφων», όπως σήμαινε στη γλώσσα των ερυθρόδερμων «μασαχουσέτι», ήταν οι πρώτοι άποικοι που κυκλοφόρησαν χαρτονομίσματα το 1690. Τα τραπεζογραμμάτια της κάθε αποικίας ήταν χρήμα με αναγκαστική κυκλοφορία στις άλλες. Η ένωση είχε δημιουργηθεί γύρω στο 1650, λίγο μετά τη διαμόρφωση αυτών των αποικιών και τον άξονά της αποτελούσε η Μασαχουσέτη.

Ικανοποιητικά λειτουργούσε το σύστημα μέχρι το 1730, όταν πρώτες οι τρεις μικρότερες αποικίες άρχισαν να κόβουν εξαιρετικά μεγάλες ποσότητες χαρτονομίσματος. Το αποτέλεσμα ήταν η «ντε φάκτο» υποτίμηση. Ετσι η Μασαχουσέτη για να προστατευτεί κατάργησε τα τραπεζογραμμάτια και σταμάτησε να κάνει δεκτά τ’ άλλα χαρτονομίσματα.

Ευρύτερα τώρα το παράδειγμα των ΗΠΑ από τις απόψεις που ενδιαφέρουν εδώ, χρησιμοποιείται για να ενισχυθεί η άποψη ότι οι πολιτικές ενώσεις προηγούνται των νομισματικών. Οι οποίες όμως έπονται αναγκαστικώς. Η αμερικανική ενοποίηση η οποία αρχικά είχε προβλεφθεί σ’ ένα πλαίσιο μάλλον αυστηρά πολιτικό, πολύ σύντομα χρειάστηκε να επεκταθεί στις συναλλαγές.

 

Πηγή: Άρθρο του κ. Τάκη Κατσιμάρδου στήν 

 

 

/Κορυφή/     


Copyright © 2000  [by John Baibakis]. All rights reserved.