Νομισματική
νομοθεσία των συμμετεχόντων
κρατών μελών
1)
ΣΤΟΧΟΣ
Καθορισμός
των διατάξεων της
νομισματικής νομοθεσίας των
κρατών μελών που υιοθέτησαν
το ευρώ.
2)
ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ
Κανονισμός
(ΕΚ) αριθ. 974/98 του Συμβουλίου
της 3 Μαίου 1998 για την
καθιέρωση του ευρώ.
3)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
1.
Ορισμοί
-
«νομικές
πράξεις»: νομοθετικές και
κανονιστικές διατάξεις,
διοικητικές πράξεις,
δικαστικές αποφάσεις,
συμβάσεις, μονομερείς
δικαιοπραξίες, τα μέσα
πληρωμών εκτός των
τραπεζογραμματίων και των
κερμάτων, και άλλες πράξεις
παράγουσες έννομες
συνέπειες
-
"τιμές
μετατροπής": οι
αμετάκλητα καθορισμένες
συναλλαγματικές ισοτιμίες
που θεσπίζονται από το
Συμβούλιο σύμφωνα με το
άρθρο 123 (πρώην άρθρο 109 Λ),
παράγραφος 4 πρώτη φράση
της συνθήκης·;
-
«εθνικές
νομισματικές μονάδες»: οι
νομισματικές μονάδες των
συμμετεχόντων κρατών μελών,
όπως αυτές καθορίζονται
την προηγούμενη ημέρα από
την θέση σε ισχύ του τρίτου
σταδίου της Οικονομικής
και Νομισματικής Ένωσης
-
«μεταβατική
περίοδος»: η περίοδος που
αρχίζει την 1η Ιανουαρίου
1999 και λήγει στις 31
Δεκεμβρίου 2001
-
«επαναπροσδιορισμός»:
η αλλαγή της μονάδας στην
οποία εκφράζεται το ποσό
εκκρεμούς χρέους από μια
εθνική νομισματική μονάδα
σε ευρώ.
2.
Από 1ης Ιανουαρίου 1999, το
νόμισμα των συμμετεχόντων
κρατών μελών είναι το ευρώ.
Νομισματική μονάδα είναι το
ευρώ. Ένα ευρώ υποδιαιρείται
σε 100 λεπτά.
3.
Το ευρώ αντικαθιστά το
νόμισμα κάθε συμμετέχοντος
κράτους μέλους σύμφωνα με την
τιμή μετατροπής.
4.
Το ευρώ είναι η
λογιστική μονάδα της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας (ΕΚΤ) και των
κεντρικών τραπεζών των
συμμετεχόντων κρατών μελών.
5.
Κατά τη μεταβατική
περίοδο, το ευρώ
υποδιαιρείται σε εθνικές
νομισματικές μονάδες σύμφωνα
με τις τιμές μετατροπής. Όλες
οι υποδιαιρέσεις των μονάδων
αυτών διατηρούνται. Είναι
συνεπώς δυνατόν να
χρησιμοποιηθεί το ενιαίο
νόμισμα με το δικό του όνομα,
αλλά είναι επίσης δυνατό να
χρησιμοποιηθεί και υπό τις
ονομασίες και στις μονάδες
των παλαιών εθνικών
νομισμάτων, οι οποίες έχουν
μετατραπεί σε εκφράσεις του
ευρώ.
6.
Κατά τη μεταβατική περίοδο, η
νομισματική νομοθεσία των
συμμετεχόντων κρατών μελών, η
οποία είναι συμβιβάσιμη με
αυτό τον κανονισμό,
εξακολουθεί να εφαρμόζεται (πρόκειται
ουσιαστικά για τις διατάξεις
που αφορούν τα
τραπεζογραμμάτια και τα
κέρματα).
7.
Κατά τη μεταβατική περίοδο,
όταν σε μια νομική πράξη
γίνεται αναφορά σε εθνική
νομισματική μονάδα, η αναφορά
αυτή είναι το ίδιο έγκυρη
όπως εάν αφορούσε το ευρώ,
σύμφωνα με τις τιμές
μετατροπής.
8.
Κατά τη μεταβατική περίοδο, η
αντικατάσταση των νομισμάτων
των συμμετεχόντων κρατών
μελών με το ευρώ δεν επιφέρει
αφ' εαυτής τη μεταβολή της
αναφοράς του νομίσματος στις
νομικές πράξεις που ισχύουν
κατά την ημέρα της
αντικατάστασης (1η Ιανουαρίου
1999).
9.
Κατά τη μεταβατική
περίοδο, η νομισματική μονάδα
στην οποία εκφράζεται μια
νομική πράξη - είτε πρόκειται
για τη μονάδα ευρώ είτε για
εθνική νομισματική μονάδα -
πρέπει να τηρηθεί: όλες οι
πράξεις που πρέπει να
εκτελεστούν δυνάμει αυτής
της νομικής πράξης θα πρέπει
να εκτελεστούν στην
συγκεκριμένη αυτή
νομισματική μονάδα.
Τα μέρη έχουν ωστόσο τη
δυνατότητα να συμφωνήσουν τη
χρησιμοποίηση άλλης
νομισματικής μονάδας.
Η διάταξη αυτή δεν
παρεμποδίζει έναν οφειλέτη,
στην περίπτωση που δεν
προβλέπεται ρητώς η
δυνατότητα λογιστικής
πληρωμής, να εξοφλήσει χρέος
σε ευρώ καταβάλλοντας
τραπεζογραμμάτια ή κέρματα
στην εθνική νομισματική
μονάδα που έχει την ιδιότητα
νόμιμου χρήματος στον τόπο
της συναλλαγής.
10.
Κατά τη μεταβατική περίοδο,
κάθε ποσό σε ευρώ ή σε εθνική
νομισματική μονάδα
συγκεκριμένου συμμετέχοντος
κράτους μέλους, το οποίο
πρέπει να καταβληθεί στο εν
λόγω κράτος μέλος με πίστωση
λογαριασμού του πιστωτή,
μπορεί να καταβληθεί από τον
οφειλέτη σε ευρώ ή στην
εθνική νομισματική μονάδα
του εν λόγω κράτους μέλους.
Μια τράπεζα που λαμβάνει
πληρωμή σε ευρώ θα πρέπει να
πραγματοποιήσει την
απαραίτητη μετατροπή (σύμφωνα
με την τιμή μετατροπής) ώστε
να πιστώσει λογαριασμό ο
οποίος τηρείται στην εθνική
νομισματική μονάδα (και το
αντίστροφο).
11.
Κατά τη μεταβατική περίοδο,
τα κράτη μέλη δύνανται, υπό
ορισμένες προϋποθέσεις, να
διευρύνουν τη χρησιμοποίηση
του ευρώ:
-
στο
εκκρεμές χρέος, δημόσιο ή
ιδιωτικό
-
τα
καθιερωμένα συστήματα
ανταλλαγής, αντιστάθμισης
και διακανονισμού των
πληρωμών.
12.
Κατά τη μεταβατική περίοδο,
τα συμμετέχοντα κράτη μέλη
μπορούν να λάβουν άλλα μέτρα
που να επιτρέπουν τη
χρησιμοποίηση του ευρώ (π.χ.
για τις πράξεις του δημόσιου
τομέα) αποκλειστικά βάση
χρονοδιαγράμματος που
καθορίζει η κοινοτική
νομοθεσία.
13.
Κατά τη μεταβατική περίοδο,
τα τραπεζογραμμάτια και τα
κέρματα σε εθνικές
νομισματικές μονάδες
διατηρούν την ιδιότητα του
νομίμου χρήματος που είχαν
εντός των εδαφικών τους ορίων
στις 31 Δεκεμβρίου 1998.
14.
Από την 1η Ιανουαρίου
2002, η ΕΚΤ και οι Εθνικές
Κεντρικές Τράπεζες θέτουν σε
κυκλοφορία τραπεζογραμμάτια
σε ευρώ. Τα τραπεζογραμμάτια
αυτά θα είναι τα μόνα που
έχουν την ιδιότητα νομίμου
χρήματος σε όλα τα
συμμετέχοντα κράτη μέλη, σε
αντίθεση με τα εθνικά
τραπεζογραμμάτια.
15.
Από 1ης Ιανουαρίου 2002, τα
συμμετέχοντα κράτη μέλη
εκδίδουν κέρματα σε ευρώ ή σε
λεπτά εφαρμόζονται, ως προς
την ονομαστική αξία και τις
τεχνικές προδιαγραφές, τις
σχετικές αποφάσεις που θα
λάβει το Συμβούλιο σύμφωνα με
το άρθρο 106 (πρώην άρθρο 105 Α)
της συνθήκης. Τα κέρματα αυτά
είναι τα μόνα που έχουν την
ιδιότητα νομίμου χρήματος σε
όλα τα κράτη μέλη. Ανεξάρτητα
από την ονομαστική αξία των
χρησιμοποιούμενων κερμάτων,
ουδείς υποχρεούται να δεχθεί
άνω των 50 κερμάτων σε κάθε
πληρωμή.
16.
Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη
εξασφαλίζουν τη δέουσα
καταστολή της παραχάραξης
και παραποίησης
τραπεζογραμματίων και
κερμάτων σε ευρώ.
17.
Μετά τη λήξη της
μεταβατικής περιόδου, οι
εθνικές νομισματικές μονάδες
παύουν να υφίστανται:
-
οι
αναφορές στις εν λόγω
νομισματικές μονάδες, που
περιλαμβάνονται σε
υφιστάμενα νομικά μέσα, θα
πρέπει να θεωρούνται ως
αναφορές στη μονάδα ευρώ (εφαρμόζοντας
τις αντίστοιχες τιμές
μετατροπής)
-
παλαιά
εθνικά νομίσματα δεν θα
μπορούν πλέον να
χρησιμοποιούνται για την
σύναψη συμβάσεων, καθότι
μια τέτοια αναφορά δεν θα
αναγνωρίζεται πλέον από τη
νομισματική νομοθεσία.
18.
Τα τραπεζογραμμάτια και τα
κέρματα που εκφράζονται σε
εθνικές νομισματικές μονάδες
θα πάψουν να έχουν ιδιότητα
νομίμου χρήματος εντός των
εδαφικών τους ορίων το
αργότερο 6 μήνες μετά την λήξη
της μεταβατικής περιόδου (δηλαδή
την 1η Ιουλίου 2002 το αργότερο)·
η προθεσμία αυτή μπορεί να
συντομευθεί από τα κράτη μέλη.
19.
Τα κράτη μέλη διατηρούν τη
δυνατότητα να καθορίσουν τη
διάρκεια της περιόδου κατά
την οποία, μετά τη λήξη της
μεταβατικής περιόδου, θα
συνεχίσουν να δέχονται (σύμφωνα
με τις τιμές μετατροπής) τα
τραπεζογραμμάτια και τα
κέρματα σε εθνική
νομισματική μονάδα που είχαν
εκδώσει κατά το παρελθόν. Οι
προθεσμίες αυτές θα μπορούν
να ποικίλλουν από το ένα
κράτος μέλος στο άλλο σε
συνάρτηση με τους εθνικούς
νόμους και πρακτικές: τα
κράτη μέλη θα μπορούν μάλιστα
να επιλέξουν να δέχονται τα
τραπεζογραμμάτια και τα
κέρματα σε εθνικό νόμισμα για
απροσδιόριστο χρονικό
διάστημα .
4)
ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ
Εφαρμόζεται
άμεσα
5)
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ ΙΣΧΥΟΣ
(αν διαφέρει από την
προηγούμενη ημερομηνία)
1.1.1999.
6)
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
Επίσημη
Εφημερίδα L 139 της 11.05.1998
7)
ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
8)
ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
|